τσινγκ

τσινγκ
(I)
το, Ν
άκλ. μετρολ. κινεζική μονάδα επιφάνειας ισοδύναμη με 11,26 τετραγωνικά μέτρα.
————————
(II)
το, Ν
άκλ. μετρολ. κινεζική μονάδα επιφάνειας ισοδύναμη με 6.754 τετραγωνικά μέτρα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Τσινγκ ή Κινγκ — Τα σπουδαιότερα βιβλία της κομφουκιανικής σχολής, που άλλοτε αποδίδονταν στον Κομφούκιο, ενώ η σημερινή κριτική τείνει να αποδώσει μέρος τους σε μεταγενέστερους συγγραφείς. Για να γίνει κανείς κρατικός υπάλληλος (μανδαρίνος), έπρεπε να ξέρει καλά …   Dictionary of Greek

  • Τσινγκ ή Μαντζού — Μαντζουριανή δυναστεία (1644 1912) Κινέζων αυτοκρατόρων, η τελευταία πριν από την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας στην Κίνα, και η αντίστοιχη εκπολιτιστική περίοδος της χώρας. Ενδυμασία της εποχής της δυναστείας Τσινγκ ή Μαντζού (φωτ. ΑΠΕ) …   Dictionary of Greek

  • Σι Τσινγκ — η, Ν λογοτ. η πρώτη ανθολογία κινεζικής ποίησης, που πήρε την οριστική μορφή της κατά την εποχή τού Κομφουκίου, δηλαδή από το 551 ώς το 479 π.Χ., περιέχει 305 άσματα και θεωρείται το τρίτο κατά σειράν από τα πέντε κλασικά έργα τού κομφουκισμού …   Dictionary of Greek

  • Κουάν Χαν τσινγκ — (Kuan Han Ch’ing, 1241; –1320). Κινέζος θεατρικός συγγραφέας. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους δραματουργούς του Πέιτσου (θέατρο του Βορρά) της μογγολικής περιόδου. Έγραψε περισσότερα από εξήντα δραματικά έργα, από τα οποία σώθηκαν δεκαεπτά.… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Ασιατικής Τέχνης (Κερκύρας) — Η μοναδική στην Ελλάδα και μία από τις πλουσιότερες στην Ευρώπη συλλογές έργων τέχνης της Ασίας, η οποία αποτελείται από έντεκα χιλιάδες περίπου αντικείμενα, εκτίθεται και πάλι ύστερα από πολλά χρόνια. Το ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου,… …   Dictionary of Greek

  • Σουν Γιατ-σεν — Κινέζος πολιτικός (Σιανγκ σαν, σήμερα Τσουνγκ σαν, 1866 Σαγγάη 1925), που ονομάζεται «πατέρας της πατρίδας». Αφού ανατράφηκε σύμφωνα με τα διδάγματα του διαμαρτυρόμενου χριστιανισμού, τελείωσε τις σπουδές του στο Χονγκ Κονγκ, όπου πήρέ το δίπλωμα …   Dictionary of Greek

  • βουδισμός — Φιλοσοφικό και θρησκευτικό σύστημα που δημιουργήθηκε από τον Βούδα (βλ. λ.) τον 6o αι. π.Χ. στην Ινδία. Είναι το πιο αξιοσημείωτο παράδειγμα άθεης θρησκείας, μια και δεν έχει για κέντρο του τη λατρεία θεότητας, αλλά διατυπώνει διδασκαλία για τη… …   Dictionary of Greek

  • κομφουκιανισμός — Πολιτικό, φιλοσοφικό και θρησκευτικό σύστημα που έλαβε την ονομασία του από τον Κινέζο φιλόσοφο Κοφούκιο (βλ. λ.). Το σύστημα αυτό διαδόθηκε και πέρα από τα σύνορα της Κίνας (Κορέα, Ιαπωνία) και αναπτύχθηκε, στην πορεία των αιώνων, από άλλους… …   Dictionary of Greek

  • Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”